ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΚΟΝΙΤΣΑΣ


Το χωριο


Ιστορια


Το χωριό Ελεύθερο πριν από το 1927 ονομαζόταν «Γκριζμπάνι». Από πού πάρθηκε η ονομασία «Γκριζμπάνι» και τι σημαίνει; Για την ονομασία του χωριού διατυπώθηκαν πολλές απόψεις. Στις σημειώσεις που άφησε ο σεβαστός δάσκαλος του χωριού για πολλά χρόνια, Αχιλλέας Μπάρμπας, εκφράζει την άποψη ότι «Γκριζμπάνι» σημαίνει ταβέρνα και είναι σλαβική λέξη.

Η επικρατέστερη όμως εκδοχή για την ονομασία «Γκριζμπάνι» σύμφωνα με τον Δημήτριο Γεωργίου Μπόγδο η λέξη είναι Τουρκοελληνική και σημαίνει όμορφη κοπέλα. Προέρχεται από την τουρκική (kiz), που σημαίνει κοπέλα και την ελληνική λέξη μπάνικη, δηλαδή, όμορφη. Στην πορεία, με το πέρασμα του χρόνου, η αρχική λέξη ίσως έπαθε και ορισμένες μεταβολές.

Το χωριό ανατολικά συνορεύει με το Παλαιοσέλλι, δυτικά με την Πηγή (Πεκλάρι) και την Κόνιτσα, βόρεια με την Αγία Παρασκευή (Κεράσοβο) και Πουρνιά, νότια με τον Αώο ποταμό.

Σύμφωνα, με διηγήσεις των γεροντότερων κατοίκων του χωριού, οι πρώτοι κάτοικοι δεν κατοικούσαν στην τοποθεσία που βρίσκεται σήμερα το χωριό. Ένα μέρος από τους κατοίκους του σημερινού χωριού ζούσε στη Σέλιανη, ένα άλλο στη Ντίσινα και το τρίτο στην Κατούνιστα. Αργότερα, όπως δείχνουν τα στοιχεία, συγκεντρώθηκαν στη σημερινή τοποθεσία και έχτισαν το χωριό, για να εκμεταλλευτούν τα νερά του Χειμάρρου που το διασχίζει, για το πότισμα των αγρών.

Οι πρώτοι κάτοικοι εργάστηκαν πολύ σκληρά για να ομαλοποιήσουν κάπως το έδαφος. Τραφοκοπώντας το και χτίζοντας τοίχους και πεζούλια, για να μαζέψουν το λιγοστό χώμα, οι κάτοικοι μπόρεσαν να διαμορφώσουν το έδαφος, όπως το βλέπουμε σήμερα. Μπόρεσαν και ξεχέρσωσαν πάνω από 200 στρέμματα μέσα στο χωριό, τα οποία αργότερα τα καλλιεργούσαν και τα πότιζαν με τα νερά του Χειμάρρου που πηγάζουν από τους πρόποδες του Σμόλικα και της Νταλιόπουλης. Η πρώτη γενιά ου εποίκισε το χώρο του χωριού, αποδεκατίστηκε ως ένα βαθμό, ώσπου να το εκχερσώσει.

Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήρθαν από το νομό Θεσπρωτίας στα μέσα στου 16ου αιώνα. Όπως γράφει ο Ηλίας Παπαζήσης, ένας Τουρκοαλβανός φύλαρχος ορέχτηκε τις βορειοδυτικές εκτάσεις του Παλαιοσελλίου και με τον άγραφο νόμο της βίας και της αρπαγής τις έκαμε δικές του.

Στη συνέχεια, προσπάθησε να κάμει και τους κατοίκους του Παλαιοσελλίου κολλήγους αλλά δεν μπόρεσε. Απέρριψαν οι κάτοικοι του Παλαιοσελλίου την πρότασή του και στην επιμονή του εκείνοι έφυγαν τελείως από το χωριό. Ως πρόσφυγες βρήκαν καταφύγιο στην Βέροια της Μακεδονίας και στην περιοχή της. Συμπωματικά, τη χρονική αυτή περίοδο, στο χωριό Πλακωτή της Θεσπρωτίας, έγιναν μεγάλες καθιζήσεις και κατολισθήσεις. Καταστράφηκε ολόκληρος ο οικισμός «Γκριζμπάνι ή Κουσπάνι» που βρισκόταν νοτιοδυτικά του χωριού και όλες οι οικογένειες του οικισμού εκείνου έμειναν άστεγες. Την καταστροφή αυτή την εκμεταλλεύτηκε ο Αλβανός φύλαρχος. Μετέφερε τις άστεγες αυτές οικογένειες και τις εγκατέστησε στην αρπαγμένη περιοχή του Παλαιοσελλίου, με σκοπό να τις χρησιμοποιήσει ως κολλήγους. Αυτοί οι μέτοικοι σχημάτισαν το καινούριο χωριό στη Λάκκα στου Αώου, που πήρε το όνομα «Γκριζμπάνι» σε ανάμνηση της μετοίκησης τους από το «Γκριζμπάνι ή Κουσπάνι» της Πλακωτής. Οι μετοικήσαντες ήταν Έλληνες και χριστιανοί ορθόδοξοι. Στο επάγγελμά τους οι περισσότεροι ήταν μαστόροι.

Το έτος 1927 ο κολληγιακός βίος των κατοίκων τελείωσε με τον νόμο «Περί Απαλλοτριώσεων». Η έκταση που αυθαίρετα κατείχε ο Αλβανός Μπέης χαρακτηρίστηκε ως «αγρόκτημα Γκριζμπανίου » και αποδόθηκε στο συνεταιρισμό ακτημόνων καλλιεργητών Γκριζμπανίου, πλην βοσκησίμου εκτάσεως 2500 στρεμμάτων με την επωνυμία «Κούτσουρα» Μεσοράχη, που παραχωρήθηκε στο Παλαιοσέλλι κατόπιν πολλών δικαστικών αγώνων. Έτσι δικαιώθηκε εν μέρει και το Παλαιοσέλλι, που υπέστη συρρίκνωση της εκτάσεώς του από τον άρπαγα Αλβανό Μπέη. Έκτοτε το Γκριζμπάνι μετονομάστηκε ΕΛΕΥΘΕΡΟ γιατί έγινε πλέον και αυτό Κεφαλοχώρι.

Σχετικό διάταγμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως